Αρχείο

Daily Archives: 12/05/2010

Η Κυρά της Ρω υπήρξε μέλος της Αντίστασης και το πραγματικό της όνομα ήταν Δέσποινα Αχλαδιώτη.

Κατά την περίοδο της κατοχής είχε αντιστασιακή δράση, αλλά έγινε γνωστή στο πανελλήνιο ως «κυρά της Ρω» γιατί επί 40 χρόνια (από το 1943 ως το θάνατό της) ύψωνε την ελληνική σημαία στην ακριτική νησίδα της Ρω κάθε πρωί και τη κατέβαζε με τη Δύση του ήλιου.
Στη Ρω είχε εγκατασταθεί με τον άντρα της και την τυφλή μητέρα της από το 1924.

Βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών (1975), το Πολεμικό Ναυτικό, τη Βουλή των Ελλήνων, το Δήμο Ρόδου, την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και άλλους φορείς. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας έστειλε ναυτικό άγημα και αντιπροσωπεία του ΓΕΝ στο Καστελόριζο όπου, στις 23 Νοεμβρίου 1975, της απένειμε το μετάλλιο για την πολεμική περίοδο 1941-1944 για τις «προσφερθείσες εθνικές υπηρεσίες της», όπως ανέφερε η απόφαση του Υπουργού Άμυνας.

Απεβίωσε σε ηλικία 92 ετών, σε νοσοκομείο της Ρόδου, στις 13 Μαΐου του 1982.[1] Η κηδεία της έγινε με τιμές δημοσία δαπάνη στο Καστελλόριζο, παρουσία του τότε υφυπουργού Άμυνας Αντώνη Δροσογιάννη, και η σορός της μεταφέρθηκε στην Ρω και ετάφη κάτω από τον ιστό όπου ύψωνε τη σημαία.

(Οι Θείτσες ευχαριστούμε την Paratheitsa που μας έστειλε το παρακάτω νοσταλγικό κομμάτι.
Απολαύστε το!)

Στη σημερινή κατάσταση της κρίσης και του ΔΝΤ, μήπως πρέπει να θυμηθούμε όλοι τις καλοκαιρινές διακοπές των παιδικών μας χρόνων; Πάμε λοιπόν παρέα, αρκετά χρόνια πριν, να θυμηθούμε και ίσως να βρούμε πολλά κοινά σημεία σ΄αυτές τις διακοπές των παιδικών ανέμελων χρόνων μας.
Καλοκαίρι μήνας Ιούλιος. Ωρα 7.30πμ. Περιμένοντας το καραβάκι για Αίγινα καθισμένοι πάνω στις τσάντες με τα λιγοστά καλοκαιρινά ρούχα και τα πολλά κατσαρολικά γεμάτοι αγωνία και προσμονή για τις διακοπές που είναι μπροστά μας. Το καραβάκι φτάνει και ξεκινάμε παρέα με τους γλάρους, που μας ακολουθούν, προσπαθώντας να φάνε λίγο απο το σουσαμένιο κουλουράκι που πετάμε στην ήρεμη θάλασσα.
Και μετά απο μια ώρα και δέκα λεπτά φτάνουμε στο νησί. Οι μηχανές με την καρότσα αραγμένες στο λιμάνι περιμένουν ένα σήμα μας για να φορτώσουν. Ορμάμε στην καρότσα μαζί με όλα τα τσιμπράγκαλα γεμάτοι χαρά. Φτάνοντας στα δωμάτια και όχι στα resorts πετάμε τις τσάντες και φοράμε τα μαγιώ για το πρώτο μπάνιο απο τα τριάντα που θα κάναμε το μήνα των διακοπών μας. Ναι! μήνα κάναμε τότε διακοπές.

Στα δωμάτια των σπιτιών με την κοινή κουζίνα και την κοινή αυλή με το μεγάλο πάγκο που κάθε μεσημέρι μαζευόταν όλες οι οικογένειες με τα φαγητά τους για να φάνε ολοι μαζί το φρεσκομαγειρεμένο φαγητό, ξελιγωμένοι έπειτα απο το ατέλειωτο παιχνίδι στη θάλασσα. Και μετά ο μεσημεριανός ύπνος που έπρεπε οπωσδήποτε να είναι τουλάχιστον δίωρος στο κρεβάτι με τα λουλουδάτα σεντόνια, τα κουφωτά πατζούρια για να μην μπαίνει η αντηλιά και η ζέστη του μεσημεριού μιας και τότε δεν υπήρχαν κλιματιστικά.

Όταν πια έπεφτε ο ήλιος φωνές γέλια παιχνίδια στην αυλή και στα χωμάτινα δρομάκια. Κρυφτό, κυνηγητό, μήλα και λάστιχο και πότε πότε κλάματα απο κάποιον που έπεσε και έγδαρε τα γόνατα. Ταραχή απο τις μαμάδες και μαλώματα. Υπήρχαν όμως και μέρες που διεφέραν απο τις άλλες. Μιά φορά τη βδομάδα βόλτα στην παραλία πορτοκαλάδα και πίτσα στα μαγαζιά της αγοράς.

Έτσι πέρναγαν οι διακοπές μας γεμάτες ξενοιασιά, γέλια, συντροφιά. Ολες οι οικογένεις μια παρέα στις αυλές των μικρών ενοικιαζόμενων δωματίων συζητήσεις ατέλειωτες κάτω απο το πεύκο της αυλής περιτριγυρισμένοι απο τα ζωηρά παιδιά που πότε μάλωναν και πότε γέλαγαν με τα παιχνίδια τους .
Τότε όλα ήταν διαφορετικά πιο απλά πιο αληθινά. Δεν υπήρχαν οι πισίνες για να απασχολήσουν τα παιδιά οι μαμάδες, δεν τρώγαμε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου τις πλαστικές πατάτες με τα άνοστα μπιφτέκια αλλά το κοκκινιστό με την μακαρονάδα μαγειρεμένο στο πετρογκάζ, σερβιρισμένο στα πλαστικά πιατικά που ήταν αγορασμένα για τις διακοπές. Δεν καθόμαστε ατέλειωτες ώρες στην παραλία διαβάζοντας ο κάθε ένας το δικό του βιβλίο απομονωμένος στην σκέψη του, αλλά όλοι παρέα κάτω απο τα αλμυρίκια που υπήρχαν στις αμμουδιές γελώντας και τρώγοντας τους ζουμερούς γερμάδες που κράταγαν οι μαμάδες απο το σπίτι.

Και σκέφτομαι λοιπόν, μήπως ήρθε ο καιρός να ξανακάνουμε τέτοιες διακοπές ανέμελες απλές, ξένοιαστες; Θα μου πείτε που να βρούμε την ανεμελιά στις δύσκολες αυτές μέρες που θα βρούμε τις αυλές με το πεύκο και τους χωματόδρομους για το παιχνίδι;
Δίκιο έχετε αλλά αφήστε με να ονειρεύομαι γιατί
…οι μέρες μου κύλησαν μέσα στο όνειρο
Αν, όμως, η ελπίδα πέταξε
μες σε μια νύχτα ή μια μέρα,

μες σ ένα όραμα ή μες στο τίποτα,
είναι για αυτό λιγότερο χαμένη?

Όλα όσα βλέπουμε ή ότι φαινόμαστε ΟΝΕΙΡΟ ΕΙΝΑΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΟΝΕΙΡΟ !

Αγαπημένες μου θείτσες. Προσπάθησα και ξαναπροσπάθησα να blogάρω, αλλά στάθηκε αδύνατο! Έτσι λοιπόν αποφάσισα κι εγώ να σας τα στείλω μέσω facebook (Oitheitses Blogaroun)

Ακολουθούν τα σχόλια μου που μάταια προσπαθώ να σας στείλω:

Θέμα 1: Είχα κάτι μέρες να μπω ένεκα οικοκυρικών εργασιών, γιατί εγώ θα τα καταφέρω και θα γίνω η θείτσα η σωστή, και τι να δω; Πάλι αλλαγές; Μηρολόγια (που λέγε και η αείμνηστη Ισιδωρίτσα), καιρός, calendar!!! Αυτό με τον καιρό μ’ έχει αφήσει χαζή έτσι που μου κουνιέται ντελικάτα ο ήλιος, ο οποίος ευτυχώς είναι ακόμη λαμπερός!

Πάει η Πετρούλα! Τώρα Θειτσούλα!
Α, καλά και τώρα μόλις είδα το ξυπνητήρι! Τι οργάνωση!
Ζω όμως ειλικρινά για την στιγμή που θα βάλετε και αστρολογικές προβλέψεις! Τώρα τελευταία η Πατέρα μου κάνει κάτι νερά και ψάχνω να βρω πιο έγκυρη πηγή! Βοηθήστε με λοιπόν και σ’ αυτόν τον τομέα!

Θέμα 2: Η σημερινή θείτσα αντίστοιχα, τρέχει σαν άλλη Μαίρη Παναγιωταρά να προλάβει τα πάντα και τους πάντες. Κι εκεί που έχει αρχίζει τα xanax… κάνει έτσι και τι βλέπουν οι γκουρλοματάρες της στο πρόγραμμα της TV (στο γνωστό blog), Σάββατο εκεί γύρω στις 6.00 το απογευματάκι, ελληνική ταινία! Στρογγυλοκάθεται, λοιπόν στον καναπέ της απέναντι από την 42 ιντσών plasma τηλεόραση και περιμένει… «Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα»! Η αγαπημένη της! Πόσες φορές δεν έχει κλάψει στο τέλος; Οι ήρωες ξεπηδούν μπροστά της από μια άλλη εποχή. Την εποχή του ρομάντζου και της καντάδας! Ένα μικρό αχ την πιάνει. Τι ωραίοι που είναι ο κος και η κα Κοκοβίκου; Και αυτή η κουμπαρομπεμπέκα, όλο σε φασαρίες τους βάζει. Την χαζεύει κάθε φορά σαν να μην την έχει ξαναδεί, σαν να μην ξέρει απέξω όλους τους διαλόγους! Για εκείνες τις δύο ώρες ταξιδεύει, εκεί στους θερινούς σινεμάδες (που έλεγε κι η γιαγιά Ισιδωρίτσα) με τα σπόρια και το μπυράλ. Δεν τα έχει ζήσει, αλλά υπάρχουν μέσα της. Το πεύκο, το τζιτζίκι, ο πασατέμπος και η Αλίκη μας να κουνάει ναζιάρικα το μαλλί.
Κάνει την ψυχοθεραπεία της, αποφορτίζεται και ξανά στον αγώνα. …αφού πρώτα πει μια πορτοκαλάδα από …πορτοκάλια…

«Doroula»
.
.
Σημείωση απο Θείτσες: Ανάμεσα σε όλα αυτά που μας ανέφερες και σ’ ευχαριστούμε πολύ, ένα και μόνο ένα μας πληγώνει… Πως δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να βάλουμε ζώδια. Αγγιξες μια πολύ ευαίσθητη χορδή. Ομως, θα το πετύχουμε κι αυτό, που θα μας πάει; Δεν θα μας γλυτώσει!

(…σχόλια βασισμένα στο «Λεμονάδες, πορτοκαλάδες, σάμαλι, κωκ, μπυράλλλ…!»)

10.30 πμ και διαβάζω στις θείτσες για τις βραδιές στα καλοκαιρινά σινεμά.

Και ναι! βρίσκομαι και γω εκεί μαζί με την γιαγιά μου που φοράει το λουλουδάτο φορεματάκι της και κρατώντας μας απ το χέρι εμένα και τα δυο μου ξαδέλφια πάντα μαζί, καθόμαστε στις μπροστινές θέσεις του θερινού μας σινεμά. Περιμένουμε με αγωνία να αρχίσει η ταινία τρώγοντας σάμαλι ή πίνοντας πορτοκαλάδα, όχι και τα δυο μαζί (που λεφτά τότε). Και σκέφτομαι αυτόματα πόσα σημερινά παιδιά χαίρονται με απλά πράγματα όπως εμείς τότε που χαιρόμστε μ’ ένα σάμαλι ή μ’ ένα μικροσκοπικό μηλαράκι τυλιγμένο σε καραμέλα αγορασμένο απο το πανηγύρι της γειτονιάς? Πόσες γιαγιάδες χαίρονται ένα βραδυνό σινεμαδάκι με τα εγγόνια τους? Τα εγγόνια πια χωμένα στα ατέλειωτα διαβάσματα στους υπολογιστές και στα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Οι γιαγιάδες μόνες παρέα με μια ανούσια τηλεόραση, περιμένοντας ένα τηλέφωνο απ τα παιδιά ή τα εγγόνια για να πούν μια κουβέντα. Σας ευχαριστώ Θείτσες που μου θυμίσατε όλα αυτά τα όμορφα που έζησα στα παιδικά μου χρόνια, το καλοκαιρινο σινεμά, τις μυρωδιές απο το νυχτολούλουδο, το τρυφερό σφίξιμο στο χέρι της γιαγιάς μου μέχρι να μπούμε στο σινεμά, το κωκ, το μπιράλ και εύχομαι κάποια μέρα να μπορέσουμε και εμείς να κρατήσουμε ενα εγγονάκι απ το χέρι και να πάμε μαζί σινεμά. Να ζήσουμε ξανά το μαζί και όχι το μόνοι , να μπορέσουμε ξανά να χαιρόμαστε με απλά πράγματα.
Πολλά φιλιά σε όλες τις Θείτσες που ακόμη αναπολούν, συγκινούνται, ονειρεύονται.

ΠΑΡΑΘΕΙΤΣΑ


Nάναι σα να μας σπρώχνει ένας αέρας μαζί

προς έναν δρόμο φειδωτό που σβει στα χάη,
και σένα του καπέλλου σου βαμμένη φανταιζί
κάποια κορδέλλα του, τρελλά να χαιρετάει.
Kαι νάν’ σαν κάτι να μου λες,
κάτι ωραίο κοντά γι’ άστρα
τη ζώνη που πηδάν των νύχτιων
φόντων,
κι’ αυτός ο άνεμος τρελλά, –τρελλά να μας
σκουντά
όλο προς τη γραμμή των οριζόντων.
Kι’ όλο να λες, να λες, στα θάμβη της νυκτός
για ένα –με γυάλινα πανιά– πλοίο που πάει
όλο βαθειά, όλο βαθειά, όσο που πέφτει εκτός :
όξ’ απ’ τον κύκλο των νερών –στα χάη.

Kι’ όλο να πνέει, να μας ωθεί αυτός ο αέρας μαζί
πέρ’ από τόπους και καιρούς έως ότου –φως μου–
–καθώς τρελλά θα χαιρετάει κείν’ η κορδέλλα η φανταιζί,–
βγούμε απ’ την τρικυμία αυτού του κόσμου…

Φωτογραφίες εύγλωτες και αινιγματικές, εύκολα αναγνώσιμες, μας βοηθούν πολλές φορές να καταλάβουμε που ακριβώς βρισκόμαστε, ποιά είναι η θέση μας, που θέλουμε να πάμε ή που θέλουν να μας οδηγήσουν…

Οπτική επικοινωνία !



Η επικοινωνία μέσα απο τη φωτογραφία είναι άμεση, ανεξάρτητα απο την αισθητική του κάθε ανθρώπου, ενώ η φωτογραφική γλώσσα αποτελεί ένα ισχυρό επικοινωνιακό μέσο. Η πλήρης κατανόηση μιας φωτογραφίας, αποδίδει γνώσεις, εμπειρίες και ισοδυναμεί με ένα πλήρως επεξηγηματικό και αναλυτικό κείμενο συγκεκριμένου θέματος, το οποίο συμπεριλαμβάνει ταυτόχρονα πολλές συγκινησιακές επιθυμίες, φορτίσεις, αλλά και απολαύσεις.

Η φωτογραφία τις περισσότερες φορές βρίσκεται αντίκρυ με την πραγματικότητα και καταγράφει με μοναδικό τρόπο κάθε είδους θέση και αντίθεση, αφυπνίζει συνειδήσεις, μεταφέρει μηνύματα χωρίς καμμία παρεμβολή και μεταδίδει άμεσα, σύντομα και αποτελεσματικά συγκεκριμένες πληροφορίες.



«…μια εικόνα – χίλιες λέξεις»! ή «…η φωτογραφία ‘μιλάει’ απο μόνη της»! είναι ορισμένες εκφράσεις, που λέμε ή ακούμε συχνά έχοντας μπροστά μας μια φωτογραφία.

Tα είδη της φωτογραφίας είναι πολλά, μεταξύ άλλων: καλλιτεχνική φωτογραφία, διαφημιστική φωτογραφία, φωτογραφία εικονογράφησης της επικαιρότητας
(φωτορεπορτάζ), περιγραφή κοινωνικών φαινομένων, αναμνηστική φωτογραφία, φωτογραφία απεικόνισης οικογενειακών στιγμών, φωτογραφία
για το «κέφι» μας και την «πλάκα» μας, αλλά και φωτογραφία που αλλάζει την παγκόσμια ιστορία.

Κάθε πετυχημένη φωτογραφία απαιτεί την ιδιαίτερη, ξεχωριστή τεχνική της, ανάλογα το θέμα, το μήνυμα που επιδιώκει να μεταδώσει και, όλα αυτά, με την ταυτόχρονη επιρροή επιπλέον παραγόντων, όπως φυσικός-τεχνητός φωτισμός, κίνηση, εστίαση κλπ.




Μια πολύ σημαντική τεχνική της φωτογράφησης είναι το «γκρο πλαν». Ο φακός πλησιάζει-πλησιάζει-πλησιάζει όλο και πιο κοντά στο θέμα και μπορεί να αναλύσει ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρειά του. Ώσπου, το κατάλληλα φωτισμένο θέμα «παγιδεύεται» στο τετράγωνο πλαίσιο της οθόνης της φωτογραφικής μηχανής και …κλικ! –αυτό ήταν!- απαθανατίστηκε!

Οταν δε, το «γκρο πλαν» γίνεται σε ανθρώπινο πρόσωπο, τότε μια ολόκληρη ιστορία ζωής μπορεί να απεικονιστεί εκείνη τη μοναδική χρονική στιγμή του «κλικ»!

Αχ βρε Μανόλη!
Ωραία τα κατάφερες!
Τί την ήθελες βρε χριστιανέ μου την προβατίνα; Aφού το ήξερες πως σε πειράζει. Όχι εσύ, εκεί, να τη φας ολόκληρη! Μπράβο βρε! Την έφαγες και τώρα την χωνεύεις παρέα με τον Άγιο Πέτρο!

Δε λυπήθηκες καλέ τα νιάτα σου και την ομορφιά σου;
Γιατί, όλα κι όλα, ήσουν λεβέντης Μανολάκη μου!
2 μέτρα μπόι, αρχοντάνθρωπος, μ’ ένα μουστάκι πυκνό – πυκνό και μαύρο που πάντα το’ χες περί πολλού. Ο κόσμος να χανότανε εκεί ο Μανολάκης! Το μουστάκι του!
Και παιδί του να ‘ταν, τόσο δεν θα το φρόντιζε! Και νά να το χτενίζει, και νά να το κουρεύει με το ψαλιδάκι προσεχτικά, και νά να του βάζει μπριγιαντίνη να γυαλίσει. Μάλιστα, μπριγιαντίνη στο μουστάκι!! Μόνο που δεν το νανούριζε το βράδυ για να κοιμηθεί.

Κι όλα αυτά βρε κακομοίρη να πάνε στράφι για μια προβατίνα; Δε λέω, εξαιρετική ήταν. Μας την έστειλε πεσκέσι με τον Θανάση ο ξάδερφος μου από την Ελασσόνα. Μου το ‘πε άλλωστε και στο τηλέφωνο μια μέρα πριν την παραλάβω: «Φάε από την προβατίνα ξαδέρφη και θα με θυμηθείς – πρώτο πράμα – τεφαρίκι!»
Τεφαρίκι δε λες τίποτα ξάδερφε! Μου το ‘κλεισε το σπίτι η προβατίνα. Που χίλιες φορές να ‘χε πάθει μελιταίο πυρετό και να τα ‘χε τινάξει πριν καταλήξει στα χέρια του σφαγέα!
Άσε που δεν κατάφερα να φάω ούτε μια μπουκίτσα! Άφησε και κανέναν άλλο να φάει ο Μανολάκης μου; «Μη βρε Μανόλη» του ΄λεγα. «Θα πάθεις κα’ να κακό!» Τίποτα ο Μανόλης. Εκεί! Μέχρι και τα κοκαλάκια έγλυφε, μη τυχόν κι αφήσει να πάει χαμένο λίγο κρέας!
Κι αφού έφαγε το καταπέτασμα, να με μαλώνει μετά που δεν είχα θυμηθεί να πάρω σόδες από το σούπερ μάρκετ. Τι να κάνω; Aνθρωπος είμαι, το ξέχασα! Μήπως είχε ασχοληθεί ποτέ ο Μανολάκης με τις καθημερινές έγνοιες του σπιτιού; Όχι βέβαια!
UBER ALLES o Mανολάκης.
Και αυτός και το μουστάκι του….