Αρχείο

Daily Archives: 02/05/2010


Οι θείτσες σήμερα είναι πολυάσχολες. Οι 24 ώρες της μέρας δεν φθάνουν για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Οι θείτσες δε, οι οποίες έχουν «πάρει ζεστά» και έχουν αναλάβει υπεύθυνα και ευσυνείδητα τις οικογενειακές τους υποχρεώσεις συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών τους, βρίσκονται σε ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση.
Οι οικογενειακές υποχρεώσεις είναι πολλές, οι απαιτήσεις των μελών της οικογένειας τεράστιες, οφείλουν, παράλληλα, να ανταποκριθούν σε απόλυτα μέγιστο βαθμό στον επαγγελματικό τους χώρο, ενώ χάνουν ατελείωτο χρόνο διανύοντας καθημερινά τεράστιες αποστάσεις για να προλαβαίνουν όλα όσα έχουν αναλάβει και να είναι σε όλους και όλα, συνεπείς.

Τι σας λέω τώρα? Μήπως δεν τα γνωρίζετε? Αφού αυτά που σας περιγράφω είναι η καθημερινότητά σας πολλαπλασιασμένη επί 1000?

Ολα τα προλαβαίνουμε εμείς οι Θείτσες εκτός απο τον εαυτό μας και απο τον χρόνο που περνάει απο πάνω μας. Παρ’ όλα αυτά είναι βέβαιο, πως υπάρχουν διάφορα tips που έχετε βρει και ανακαλύψει όχι μόνο για να είστε σωστές στις υποχρεώσεις έναντι των άλλων που «περιμένουν» ανυπόμονα απο εσάς, αλλά έχετε βρει και τρόπους για να κερδίζετε ίσως κάποια δευτερόλεπτα της ημέρας για τον εαυτό σας. Για παράδειγμα: όταν οδηγείτε το πρωί για τη δουλειά, σκέφτεστε τι θα φορέσετε στον ετήσιο χορό του Συλλόγου των Απανταχού Κουρμουδονησιωτών που θα πάτε οικογενειακώς την επόμενη εβδομάδα, αναλύετε την κουβέντα που σας είπε ο σύζυγός σας το προηγούμενο βράδυ, καλείτε τον κομμωτή σας για να κανονίσετε ημέρα και ώρα ραντεβού γιατί η άσπρη ρίζα έχει φτάσει μέχρι τη μέση σας κλπ κλπ κλπ.

Τις Θείτσες τις προστατεύει ο θεός και τις σώζει η ευρηματικότητά τους.

Σερφάροντας πριν απο λίγες μέρες στο youtube ανακάλυψα βίντεο ενός καταπληκτικού τύπου, ο οποίος, απ’ ότι φαίνεται, είναι φίλος των Θειτσών όλου του κόσμου και μας δίνει επιπλέον έξυπνα tips για να προλαβαίνουμε να φροντίζουμε και τον εαυτό μας. Μπορείτε να πάρετε μια ιδέα απο τα παρακάτω βίντεο για να μάθετε περισσότερα και να εφαρμόσετε κι εσείς ό,τι πραγματικά σας εξυπηρετεί απ’ αυτά που θα δείτε:

TIP No1
TIP No2
TIP No3

Κυριακάτικο μεσημέρι, ηλιόλουστο αλλά περίεργα μελαγχολικό. Μου τηλεφωνεί η φίλη μου η Θείτσα: «Ελα! Πηγαίνουμε σε ένα ταβερνάκι στο Πέραμα, θα ‘ρθείς?». Αλλο που δεν ήθελα. Μπαίνω στο premium γυαλιστερό αυτοκίνητο, το οποίο πριν απο δύο χρόνια αγόρασα με 0% προκαταβολή και 72 άτοκες δόσεις, ανοίγω στην υψηλή ένταση το ραδιόφωνο και ξεκινώ τη διαδρομή. Δεν ήταν δύσκολο να θυμηθώ τη διαδρομή στο Πέραμα. Ηταν η διαδρομή που έκανα με τη γιαγιά τη Σοφή τα καλοκαίρια με το τραμ. Τότε που μικρή εγώ, με πήγαινε η γιαγιά τις καθημερινές τα καλοκαίρια για μπάνιο στο Ικόνιο μαζί με την φίλη της την κυρα-Μαργαρίτα και την εγγονή της τη Ρίτα – «για να κάνουν τα παιδιά μπάνια». Μόνο που τώρα δεν υπήρχαν οι γραμμές του τραμ -ακολουθούσα τις αναμνήσεις. Κάποια στιγμή συναντώ τα καζάνια και αντιλαμβάνομαι ότι είμαι στο σωστό δρόμο. Το μάτι μου αναζητούσε γύρω να δει τις προσφυγικές παράγκες, τις Κυρές έξω να πλένουν και να απλώνουν τα ρούχα τους, τα παιδιά να παίζουν στους γύρω χωματόδρομους μπάλα, αμπάριζα, κρυφτό, μήλα, την μικρή Ελένη… αλλά που…! Αντίθετα, υψώνονταν μπροστά μου και, ψηλά, μέχρι την κορυφή του βουνού, ατέλειωτες πολυόροφες πολυκατοικίες διαφόρων χρωμάτων, σχεδίων και αρχιτεκτονικών εκτρωμάτων. Περνώ τα έρημα ναυπηγεία και συνεχίζω. Συνεχίζω να οδηγώ, με ανοικτό το παράθυρο του αυτοκινήτου, ενώ σε υψηλή ένταση το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου παίζει : «Οι Ελληνες το νόστιμο το λένε και κουκλάκι, μας βάλανε και πρόστιμο Αλίκη Βουγιουκλάκη…»

Η Μάλαμα αναστέναξε για μία ακόμη φορά. Ο δρόμος για τη Τράπεζα από τα προσφυγικά που ήταν το σπίτι της- καμιά εφτακοσαριά μέτρα όλα κι όλα – της φαινόταν κάθε φορά όλο και μακρύτερος.
Θυμότανε που, κοριτσάκι, έκανε αυτή τη διαδρομή κάθε μέρα δυο ή ακόμη και τρεις φορές αναζητώντας μάλιστα, προφάσεις για να φύγει απ’ το χαμόσπιτο και να πάρει το δρόμο που, περνώντας δίπλα απ΄ το κάστρο κατέληγε στην απλάδα της πλατείας με το μεγάλο πλατάνι και τα τραπεζάκια του ζαχαροπλαστείου του Μουτάφη αραδιασμένα σα στρατιωτάκια στη σκιά του.

Όταν η Μάλαμα έφτανε μπροστά στη τζαμαρία του ζαχαροπλαστείου, φρόντιζε πάντα, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, να πάρει μια μεγάλη ανάσα για να μυρίσει τα τσουρέκια που ολόφρεσκα και ζεστά ακόμη πλημμύριζαν τον τόπο με εκείνη την τόσο ιδιαίτερη μυρουδιά – μαχλέπι και μαστίχα και ροδόνερο, κι εκείνο το «μυστικό συστατικό» που λέγανε πως σ’ αυτό ο κύριος Μουτάφης όφειλε την επιτυχία των τσουρεκιών του, κι εκείνος το φύλαγε εφτασφράγιστο μυστικό και δεν τό ‘λεγε ούτε της γυναίκας του, μιας και πίστευε πως οι γυναίκες είναι ικανές για όλα, και μπορούνε «σε μια στιγμή αδυναμίας» όπως έλεγε, να βγάλουν στη φόρα «τα ιερά και τα όσια». Σ’ όλη τη Χίο το ξέρανε λοιπόν πως ο κύριος Μουτάφης ήταν ο πρώτος που άνοιγε το μαγαζί κάθε πρωί και πως μόνο εκείνος προετοίμαζε τη ζύμη για τα τσουρέκια κι αργότερα ερχότανε το προσωπικό που τα ‘πλαθε και τα πέρναγε μ’ αβγό και τα ‘βαζε στις μεγάλες λαμαρίνες να ψηθούνε.

Ο προορισμός της Μάλαμας ήταν, τις περισσότερε φορές, το μαγαζί του Μελέκου. Ένας χώρος που φάνταζε στα μάτια της μαγικός, με εργόχειρα κρεμασμένα ένα γύρο και αμέτρητα κουτάκια που κρύβανε λες, όλου του κόσμου τους θησαυρούς: χρωματιστά μασούρια και κουμπιά, όλων των σχημάτων και ειδών. Μεγάλα μαύρα για τα παλτό, μικρούλικα άσπρα για τα πουκάμισα, γκρι και μπλε και κόκκινα, και χρυσά και ασημιά για να στολίζουν ρούχα φανταχτερά, σαν αυτό το πράσινο το σμαραγδί που φορούσε η κυρία Ξύδα την Κυριακή στην εκκλησία.
Η Μάλαμα κοιτούσε με τα μάτια γουρλωμένα και νόμιζε πως βρίσκεται στον παράδεισο, και έκανε λίγη ώρα παραπάνω για ν΄ αγοράσει το μασουράκι της μάνας της και κανένας δε τη μάλωνε, αντίθετα ο κύριος Μελέκος τη κερνούσε σχεδόν πάντα καραμέλα.

Τώρα η Μάλαμα πηγαίνει στη χώρα κάθε 18 του μήνα, όταν αργά σέρνει τα πόδια της στο δρόμο που περνά δίπλα απ’ το κάστρο, για να καταλήξει στην Τράπεζα να πάρει τη σύνταξη και δεν σταματά πια μπροστά απ’ το ζαχαροπλαστείο του Μουτάφη – πέθανε και πήρε μαζί του το μυστικό της συνταγής – και η μυρουδιά δεν είναι πια η ίδια και το μαγαζί του Μελέκου έχει γίνει τώρα Internet Café.