Αρχείο

Daily Archives: 05/05/2010

Δύσκολη μέρα σήμερα θείτσες μου, γλυκιές και αγαπημένες.
Από την ώρα που ξεκίνησα να γράψω τούτο δώ το κομμάτι, τα δάκτυλά μου έχουν χτυπήσει χιλιάδες φορές δειλά και αργά τα πλήκτρα του pc μου – και χιλιάδες φορές έχω πατήσει πάνω στο ίδιο κείμενο το πλήκτρο «backspace».
Μετά απο μια τέτοια μέρα σαν τη σημερινή, δεν μπορείς να γράψεις, δεν μπορείς εύκολα να περιγράψεις αυτό που αισθάνεσαι και δεν ξέρεις πως να το εκφράσεις. Ιδιαίτερα, όταν φεύγουν άδικα «ζωές». Γιατί…; …και τρελλαίνεσαι! γιατί σ’ αυτή τη περίπτωση δεν υπάρχει το «backspace». Σε αυτή τη περίπτωση υπάρχει το αηδιαστικό και εξοργιστικό «copy-paste», που συνεχώς επαναλαμβάνεται και μας κρατά στάσιμους, μας θολώνει το μυαλό και στην «δράση» του υπάρχει πάντα η ίδια «αντίδραση» και το ίδιο αποτέλεσμα.

Σιχαίνομαι και εξοργίζομαι με το «copy-paste»,
σιχαίνομαι και εξοργίζομαι με τους «γνωστούς-άγνωστους»

Νὰ μὴν ἀκούω καὶ νὰ μὴ βλέπω νὰ πατῶ.
Νὰ μὴ νογάω καὶ νά ῾χω τὸ στόμα βουλωτό.
Νὰ μὴ μὲ φαρμακών᾿ ἡ μπόχα τοῦ καιροῦ μου.
Χωρὶς αὐτιὰ καὶ μάτια, μύτη καὶ μυαλό,
μουγκὸς νὰ πηαίνω, ὅποτε μοῦ ῾ρθει, πρὸς νεροῦ μου,
κι ἅμα τσινάει ὁ Γάϊδαρος νὰ μὴ γελῶ.
Καὶ σὰ μὲ καρυδώνουνε μουνοῦχο σκλάβο
οἱ Ἀμερικάνοι, ἐγὼ νὰ βλαστημάω τὸ Σλάβο.

Κώστας Βάρναλης

Το πρόβλημα ξεκίνησε στην τρυφερή ηλικία των 5, περίπου χρονών.
Μόλις γύρναγα από το Νηπιαγωγείο «Τα Χαρούμενα Χελιδονάκια», η μάνα μου, για να γλυτώσει τη μύρλα μου και την κακομοιριά μου του τύπου «μαμάααααα βαριέμαιαιαιαιαιαι… έλα να παίξουμεεεεεεε… θα με πας στις κούνιεεεεεεες?», άναβε την ασπρόμαυρη Lewe Opta, σήκωνε με προσοχή το σεμεδάκι για να μην κρύβει την οθόνη και έβαζε την ΥΕΝΕΔ για να δω Τομ και Τζέρυ.
Στην αρχή, μου άρεσε πολύ! Γέλαγα κακαριστά κάθε φορά που ο Τζέρυ ξέφευγε από τον Τομ και αυτός πάθαινε τα χίλια-μύρια κακά.
Αυτή μου η ψυχαγωγική δραστηριότητα εμπλουτιζόταν καθημερινά και με άλλους ήρωες: τον Σιλβέστρο και τον Τουίτι, το Κογιότ και τον Μπιπ-Μπιπ, τον Μπακς Μπάνι και τον Έλμερ… και πάει λέγοντας.
Περνώντας ο καιρός, (θα ‘χα φτάσει στην πρώτη Δημοτικού), κάτι άρχισε να με πειράζει… Δεν γέλαγα πια κακαριστά όταν τον Σιλβέστρο τον πατούσε οδοστρωτήρας, ή όταν ο Κογιότ έπεφτε από ένα πανύψηλο γκρεμό στην άβυσσο και ο Μπιπ – Μπιπ κοίταζε καμαρωτά τον φακό μέχρι το fade out…
Κάτι μέσα μου επαναστατούσε… Τον Τουίτι πλέον τον αντιμετώπιζα ψυχρά και περίμενα με μεγάλη ανυπομονησία τα επόμενα επεισόδια, μπας και άλλαζε το τέλος.
Μέχρι να τελειώσω το Δημοτικό, είχα πλέον αναπτύξει σχέσεις στοργής κι αλληλεγγύης με τον Σιλβέστρο, τον Τόμ, τον Κογιότ και τον Έλμερ. Ήταν πλέον τα φιλαράκια μου, οι δικοί μου άνθρωποι…
Ακόμη και σήμερα, έτη φωτός μετά, όταν η κόρη μου βλέπει παιδικά στην τηλεόραση και βάλουν πάλι κάποια απ’ αυτές τις ιστορίες, κοιταζόμαστε στα μάτια με νόημα, πηγαίνουμε στο δωμάτιό της και κάνουμε βουντού στον Τουίτι που της είχαν κάνει δώρο στα πρώτα της γενέθλια….